oil purifier - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

oil purifier - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
OIL; OiL; OIL (disambiguation)

oil purifier      
маслоочиститель
purifier         
purifier noun tech.; chem. очиститель
purifier         
очиститель

Ορισμός

Тексако
("Текса́ко")

нефтяная монополия США; см. в ст. Нефтяные монополии.

Βικιπαίδεια

Oil (disambiguation)

Oil is any of a number of nonpolar, hydrophobic, and viscous liquids.

Oil also often refers to:

  • Cooking oil, any liquid fat used in food preparation
  • Lubricant, a substance that reduces friction between surfaces
    • Lubrication, using a lubricant to reduce friction
    • Motor oil, any lubricant used in internal combustion engines
  • Petroleum (crude oil), naturally occurring liquid found beneath the Earth's surface, or a derived product:
    • Fuel oil, liquid fuel burned for heat or power
    • Heating oil, liquid fuel
Μετάφραση του &#39oil purifier&#39 σε Ρωσικά